Καλησπέρα
Το θέμα που εχω διαλεξει να σας παρουσιασω ειναι η εννοια της αναστοχαστικοτητας στον συμβουλο-ερευνητη. Αφου προσεγγισουμε τον ορο της αναστοχαστικοτητας, θα την ενταξουμε στα πλαισια της συμβουλευτικης και της ερευνητικης πραξης, μιλωντας για θεματα δυναμης, για τη φαινομενολογια, τον μετα-μοντερνισμο και τον κοινωνικο κονστρουκτιβισμο, τον ανθρωπισμο και την αποδομηση. Επειτα, χρησιμοποιωντας και ενα παραδειγμα απο την συμβουλευτικη/θεραπευτικη δουλεια του ομιλητη, θα δουμε πως ο συμβουλος-ερευνητης μπορει να επιτρεπει στο συμβουλευομενο να αναστοχαζεται ελευθερα, μεσα απο τη δικη του δυνατοτητα να αναστοχαζεται και πως ολο αυτο μπορει να εξεταζεται και να επαναπροσδιοριζεται ερευνητικα μεσα απο την δημοσιευση μελετης περιπτωσης, την εποπτεια, ακομη και την προσωπεια θεραπεια του συμβουλου.
Ορισμος της Αναστοχαστικοτητας
Οπως οριζει ο Φινλευ, η αναστοχαστικοτητα ειναι ενα ειδος μεθοδολογικης εξομολογησης, μεσα απο την αυτοεξεταση της συνειδητης και ασυνειδητης πλευρας του ερευνητη. Ετσι, κατα αυτον, γινεται πιο προσεγγισιμη η σχεση ερευνητη και ερευνωμενου. Ακομη, μεσω του κοινωνικου αναστοχασμου, μπορει ο ερευνητης να αναρωτηθει για την συνκατασκευη των νοηματων απο τον ιδιο και των ερευνωμενο μεσα στο κοινωνικο πλαισιο, αποδομωντας τα μηνυματα και τις ιδεες με τροπο οχι γραμμικο αλλα συμπεριλαμβανοντας το παρον και παρελθον, αλλα και την κοινωνικη θεση και ρολους, τοσο του ερευνωμενου οσο και του ιδιου. Μεσω της αναστοχαστικοτητας ο ερευνητης μπορει να προσφερει ερμηνειες πιο κοντινες στην αληθεια του ερευνωμενου, αλλα κυριως μπορει να καταφερει να μην ερμηνευει καθολου τον ερευνωμενο και να επιτρεπει την αληθεια του να βγει οπως και οποτε αυτος κρινει σωστο. Η αναστοχαστικοτητα ξεκινησε να προσεγγιζεται σαν εννοια απο τη γεννηση της ψυχολογιας ως επιστημης, μεσω της ενδοσκοπησης, αλλα πλεον απομακρυνομενη απο μια πιο ατομικη θεωρηση εχει επανοριστει μεσα απο τον μετα-μοντερνισμο και την φαινομενολογια, ως ενα μεσο να βαζει ο ερευνητης και ο συμβουλος τις σκεψεις και ερμηνειες του σε μια παρενθεση, αφου τις θεωρει περισσοτερο προιον του ποιος ειναι αυτος, ετσι ωστε να ειναι πιο ανοικτος να ακουσει και να καταγραψει την εμπειρια του ποιος ειναι ο ερευνωμενος/συμβουλευομενος, αφου οπως αναφερει και ο Μαουθνερ η αναπαρασταση ειναι αναποφευκτα αυτο-αναπαρασταση, αφου περιλαμβανει τα ματια αυτου που αναπαριστα. Ετσι, η αναστοχαστικοτητα ειναι ο μονος δρομος ετσι ωστε να μπορεσουν να καταγραφουν τα συνθετα οντολογικα δυναμικα των δυο υποκειμενων και συνδημιουργων της ερευνας/συμβουλευτικης διαδικασιας. Οπως οριζει ο Κρομπυ, η αναστοχαστικοτητα γενναται ως αναγκη λογω της πολυπλοκοτητας του να ερμηνευει κανεις νοηματα και του μη εφικτου της λεκτικης περιγραφης μιας σωματιοποιημενης εμπειριας, αλλα και της εντονης υπαρξης συναισθηματων και ενστικτων που ακολουθουν, επιτασσοντας ετσι την εξερευνηση με χαρακτηρα οχι μονο επιστημολογικο, αλλα και οντολογικο.
Δυνατοτητες της Αναστοχαστικοτητας
Οπως περιραφει ο Φινλευ, μεσω της αναστοχαστικοτητας μπορει
-να εξεταστει η επιρροη της θεσης, της αντιληψης και της παρουσιας του ερευνητη στην ερευνα.
– να προωθηθει η ενσυναισθηση, μεσα απο την προσωπικη αυτογνωσια και την εξεταση των διυποκειμενικων δυναμικων
– να βγουν στην επιφανεια τα ασυνειδητα κινητρα και τα αρρητα χαρακτηριστικα του ερευνητη
– να αξιολογηθει η ποιοτητα μιας ερευνητικης δουλειας
– να δημιουργηθει ενα νεο ερευνητικο παραδειγμα που επιτρεπει στους ερευνητες να αναστοχαζονται συστηματικα
Αναστοχαστικοτητα και ανισορροπια δυναμης
Ο Φινλευ εξηγει πως η αναστοχαστικοτητα συνδεεται με τα ρευματα του μεταμοντερνισμου, της φαινομενολογιας, αλλα και του φεμινισμου, αφου στοχευει στην εξαλειψη της ανισορροπιας δυναμης μεταξυ ερευνητη και ερευνωμενου, συμβουλου και συμβουλευομενου. Αυτη η ανισορροπια υπαρχει τοσο λογω της θεσης εξουσιας που τεινουν η θεωρειται οτι θα επρεπε να αναλαμβανουν οι ερευνητες και οι συμβουλοι, αφου θα πρεπει αυτοι να ειναι οι φορεις της αληθειας και της γνωσης, αλλα οσο και λογω της ευαλωτης συνασθηματικης θεσης των συμβουλευομενων και των ερευνωμενων, αφου χρειαζεται να ανοιχτουν απεναντι σε ατομα που δεν γνωριζουν και εκτιθενται στην κριση τους. Οπως υποστηριζει και ο Μαουθνερ, αυτη η στροφη προς την αναστοχαστικοτητα μεσω του μεταμοντερνισμου και του κοινωνικου κονστρουκτιβισμου επιτρεπει στον ερευνητη να απαντησει σε περιπλοκα ερωτηματα γυρω απο το στατους, την εξουσια και την αξιοπιστια του ως ειδικου, αντεχοντας ετσι την ανασφαλεια και την αγωνια που προκυπτει απο την αβεβαιοτητα και επιτρεποντας ετσι την φωνη του ερευνωμενου να ακουστει και οχι τη δικη του. Ετσι, κατα τον Φινλευ ο αναστοχαζομενος ερευνητης μεσω της ποιοτικης ερευνας υποστηριζει τη διαφανεια και αξιοπιστια της δουλειας του μεσω της αναζητησης των διυποκειμενικων στοιχειων σε ολα τα σταδια της ερευνας, απο τη συλλογη των δεδομενων μεχρι και την αναλυση τους. Αναγνωριζοντας οτι τα νοηματα διαπραγματευονται κοινωνικα παρα ανακαλυπτονται απο αντικειμενικους ερευνητες, μετατρεπεται ετσι η υποκειμενικοτητα του ερευνητη απο προβλημα σε ευκαιρια. Οπως προσθετει εκει ο Μαουθνερ, μεσω της αναγνωρισης της σχετικοτητας και ατομικοτητας της γνωσης και της αληθειας, αναστοχαζεται κανεις εξεταζοντας συνεχως κατα την συλλογη και αναλυση των δεδομενων, αποδομωντας συνεχως το κοινωνικο γιγνεσθαι και την προσωπικη του βιογραφια.
Οι κινδυνοι γυρω απο την αναστοχαστικοτητα
Η αναστοχαστικοτητα στον ερευνητη και το συμβουλο δεν πρεπει να εξισωθει με μια ανεξελεγκτη βουτια στην υποκειμενικοτητα του, ουτε σε μια εκ βαθεων εξομολογηση του συναισθηματικου του κοσμου, αφου αυτο θα κατελυε τη σημασια του να κανει πισω για να αναδειχθει ο ερευνωμενος/συμβουλευομενος, που ειναι και το ζητουμενο. Αποφευγει ετσι μια ακρατη ενδοσκοπηση και επικεντρωνεται περισσοτερο στο τι συμβαινει στη μεταξυ τους σχεση, μεσα στο κοινωνικο πλαισιο. Ετσι το σημαντικο δεν ειναι το Εγω, αλλα το Εγω σε σχεση με τους Αλλους, το Εγω μεσα στον Κοσμο, προσεγγιζοντας την εννοια του Dasein απο το Χαιντεγκερ. Ετσι, αναστοχαζομενος ο ερευνητης και ο συμβουλος επιτρεπει και στον ερευνωμενο/συμβουλευομενο να αναστοχαστει και να προσεγγισει τον εαυτο του σε σχεση με τον κοσμο, κατασκευαζοντας την δικη του Αληθεια. Ακομη, υπαρχει ο κινδυνος της υπερβολικης αποδομησης απο τον ερευνητη/συμβουλο, κατι που μπορει να οδηγησει πιο πολυ σε χασμα παρα σε συνδεση με τον σημαντικο Αλλο, οπως παρουσιασε η ΒανΝτερζεν και το παραδειγμα του Νιτσε. Ετσι, υπαρχει ο κινδυνος να παραδοθει ο ερευνητης σε μια ναρκισσιστικη εξιστορηση του εσωτερικου του κοσμου και να καταληξει να απομακρυνεται τελειως απο τον ερευνωμενο/συμβουλευομενο, καταληγοντας ετσι να ειναι ο θυτης που προσπαθουσε να αποφυγει εξαρχης! Και με τον ιδιο τροπο που ο Μαουθνερ αναφερει πως υπαρχουν επιπεδα αναστοχαστικοτητας και ποτε κανεις δεν εχει απολυτη προσβαση σε ολα τα ασυνειδητα στοιχεια μεσα του αλλα και σε ολα τα κοινωνικα δυναμικα, αρα πρεπει να αποδεχεται τα ορια της σκεψης του, ετσι πρεπει και ο συμβουλος να αναγνωριζει τα ορια της αυτογνωσιας του και της δυνατοτηας του να ερμηνευει και να βοηθαει. Ετσι, προτεινεται εδω η σημασια της προσωπικης θεραπευτικης δουλειας και εποπτειας του συμβουλου που θα ανοιξει ενα χωρο για τον ιδιο να αναστοχαζεται και να τον αγκαλιαζουν ανθρωπιστικα και ετσι δεν θα εχει την αναγκη να το ζηταει αυτο απο τον συμβουλευομενο. Και αυτη φαινεται να ειναι η ουσια του ηθικου συμβουλου, ερευνητη, φιλοσοφου κατα τον Λεβινας, ως αυτου που υπευθυνα τοποθετει τον Αλλο πρωτο. Και καπως ετσι ο ερευνητης φιλοδοξει να καταληγει οχι σε παγκοσμιες γενικευσιμες αληθειες, αλλα στο να πει καποιες ιστοριες και να υπογραμμισει στον κοσμο τη σημασια του να ακουει κανεις και να λεει την ιστορια του.
Αναστοχαστικοτητα και ερευνητης-συμβουλος
Οπως αναφερει και ο Φινλευ, αναποσπαστο κομματι της συμβουλευτικης πραξης ειναι η αναγνωριση των κινητρων και της αντιμεταβιβασης, προκειμενου να τα αφησει ο συμβουλος στην ακρη για να προσεγγισει τον συμβουλευομενο. Η συνδεση αυτη αποσκοπει στο αγκαλιασμα του, αφου οπως λεει ο Φρομ ειναι η αγαπη που θεραπευει και οχι τα λογια και οι ιδεες. Αυτο το αγκαλιασμα, οπως ισχυριστηκε ο Ροτζερς, ειναι η βαση που επιτρεπει στον συμβουλευομενο αρχικα να αναλαβει το δυσκολο ταξιδι προς την ανακαλυψη της προσωπικης του αληθειας και επειτα προς την αναλυψη της προσωπικης του ευθυνης. Ετσι, αντι για παρεμβαση μιλαμε για συνδεση, αντι για ερμηνεια μιλαμε για καθρευτισμα, αντι για καθοδηγητη μιλαμε για συνοδοιπορο. Σε αυτα τα πλαισια, η διαγνωση δεν θεωρειται ως η εγκυρη περιγραφη του προβληματος ενος ασθενη, αλλα ως η προσπαθεια του συμβουλου/θεραπευτη να αμυνθει εναντι της αγωνιας του να βοηθησει, εναντι της δυσκολιας του να συνδεθει. Αυτη τη δυσκολια να μεινει με τα συναισθηματα του συμβουλευομενου, οπως αναφερει και ο Μηρνς αντι να τη δει ως ενδειξη παθολογιας του συμβουλευομενου την βλεπει ως δυσκολια και αντισταση που προερχεται απο τον ιδιο το συμβουλο, που προκυπτει ειτε λογω της προσωπικης του ιστοριας, ειτε λογω της μεταξυς του σχεσης. Αντι λοιπον να απομακρυνθει η να προβει σε συμβουλες η ερμηνειες, προσπαθει να αναστοχαστει για να αναρωτηθει αρχικα για το τι συμβαινει και μετα για να ανακτησει την συνδεση με το συμβουλευομενο και να ειναι περισσοτερο παρον στη συμβουλευτικη πραξη. Αυτη η διαδικασια του αναστοχασμου ειναι ετσι μια πραξη σεβασμου της ετεροτητας του αλλου, αλλα και πραξη ταπεινοτητας απεναντι στην πολυπλοκοτητα των ανθρωπινων σχεσεων και της ανθρωπινης ψυχης.
Ετσι αναδυεται η αναγκη για το συμβουλο να γεννα συστηματικα εφαρμοσμενη ερευνα, μεσα απο την κλινικη, ποιοτικη ερευνα, οπως την οριζει ο Τσεινλυ. Ο συμβουλος χρειαζεται να χρησιμοποιησει μεθοδους που θα τον βοηθησουν στις πρακτικες και αμεσες αναγκες της συμβουλευτικης διαδικασιας, στο να παρει αποφασεις για το αν θα μιλησει η οχι, για το τι θα πει και πως θα το πει, αντιμετωπιζοντας συνεχως διλληματα. Πρεπει πρωτα να δρα με το συμβουλευομενο και μετα να αναστοχαζεται για αυτην του τη δραση και μετα να προετοιμαζεται για την επομενη δραση, με την ελπιδα να μπορει να ανταποκρινεται καλυτερα. Ετσι ταυτοχρονα με το να θεραπευει, συλλεγει και καινουρια ερευνητικα δεδομενα τα οποια επαναξιολογει συνεχως, σκεφτομενος ανοιχτα και ερευνωντας κριτικα το παιχνιδι μεταξυ του ιδιου και του συμβουλευομενου. Ακομη, μπορει συστηματικα να ερευνα θεραπευοντας μεσω της εποπτειας, της δημοσιευσης και παρουσιασης μελετων περιπτωσης, επαναπροσδιοριζοντας τη σχεση μεσω της περιγραφης και ερμηνειας της. Εκει διαφαινεται και η τεραστια δυσκολια του διττου αυτου ρολου, αφου πρεπει να τηρηθει η ισορροπια μεταξυ του θεραπευειν και του ερευνειν. Εχοντας καταληξει στο τι τον οδηγησε στο να δρασει με εναν λαθος τροπο, μεσα απο τον αναστοχασμο, δεν θα επιχειρησει τεχνικα να το κανει σωστα, αλλα θα ειναι εσωτερικα ενημερος την επομενη φορα που θα προκυψει αντοιστιχο θεμα. Ετσι λοιπον αναδεικνυεται το νεο ειδος της κλινικης ποιοτικης ερευνας, στο οποιο συν-ερευνητες ειναι ο εποπτης, ο συμβουλος και ο συμβουλευομενος, καθως αναστοχαζονται και επαναπροσδιοριζουν τη συμβουλευτικη και θεραπευτικη πραξη.